Tο Τατόι το έχουν επισκεφθεί πολλοί Ελληνες, αλλά πάντα εκπλήσσομαι όταν διαπιστώνω πόσο λίγοι γνωρίζουν τη μοναδικότητά του. Είναι αυτή η μοναδική συνύπαρξη Φύσης και αρχιτεκτονικής, Ιστορίας και κληρονομιάς, που κάνει το Τατόι μοναδικό σε διεθνές επίπεδο. Την περασμένη Κυριακή, μια ομάδα φίλων της Αθήνας γεμίσαμε ένα πούλμαν και ανεβήκαμε στην Πάρνηθα για να περπατήσουμε ανάμεσα στα κτίσματα και να χαρούμε τη Φύση. Είχαμε την τύχη να έχουμε μαζί τον ιστορικό κ. Κώστα Μ. Σταματόπουλο, που ξέρει την ιστορία του Τατοΐου όσο κανείς άλλος στην Ελλάδα. Παρά την καταρρακτώδη βροχή, που διέκοψε την περιήγησή μας και μας έσπρωξε πιο νωρίς σε εστιατόριο της περιοχής, που το διευθύνει μια κυρία που έζησε όλη της τη ζωή στο κτήμα, είχαμε όλοι την επιθυμία να ενημερωθούμε για την κατάσταση που επικρατεί, αφού το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού πρόσφατα ανακοίνωσε δέσμη σωστικών παρεμβάσεων.
Πράγματι, υπάρχουν έργα σε εξέλιξη και είναι φανερό ότι το Τατόι περνάει σε «φάση θεραπείας», όπως έχει γράψει ο κ. Κ. Μ. Σταματόπουλος («Κ», 12/01/11). Αλλά είναι τόσα πολλά όσα μένουν να γίνουν που πρέπει να είναι κανείς οπλισμένος με πολύ θετικό πνεύμα για να οραματιστεί το μέλλον. Ωστόσο, αυτό το «θαύμα», που λέγεται Τατόι, ύμνος στη Φύση, στην ταπεινότητα και στην αρχοντιά, και που σε μια άλλη χώρα θα «γέμιζε ταμεία» και θα χάριζε αναψυχή και πνευματική ανάταση στους επισκέπτες, στη δική μας χώρα δίνει πάλη με το αυτονόητο. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι οι πρόσφατες αποφάσεις είναι θετικές. Αλλά, οφείλουμε παράλληλα να επισημάνουμε τα συμπλέγματα κάθε ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στο βασιλικό παρελθόν, συμπλέγματα που καμία χώρα στην Ευρώπη, ακόμη και εκείνες που είχαν κομμουνιστικό καθεστώς, δεν έχει επιδείξει. Το κτίριο των Ανακτόρων προορίζεται για μουσείο, ο χαρακτήρας του οποίου είναι αντικείμενο προβληματισμού από τις κρατικές υπηρεσίες. Στην Ελλάδα, η μνήμη είναι επιλεκτική και το πώς διαχειρίζονται αντίστοιχα θέματα στον υπόλοιπο κόσμο φαίνεται ότι θα μας αγγίξει σε 20-30 χρόνια. Εως τότε, θα πρέπει να είμαστε ευτυχείς που τοποθετούνται στέγες σε ερειπωμένα κτίσματα και να περιμένουμε τις αποφάσεις μιας πολιτείας που δεν έχει πείσει ότι είναι σε θέση αν διαχειριστεί το ζήτημα.
Πηγή: Eφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ. 22/01/2011. Tου Nίκου Bατόπουλου