Η μικρόνοια που προκάλεσε από πλευράς της Πολιτείας την εγκατάλειψη του Κτήματος, ο φανατισμός και η κακοήθεια που οδήγησε σε εμπρησμούς, λεηλασίες και καταστροφές, τέλος οι σεισμοί και οι βαρυχειμωνιές, φέρνοντας το ανυπεράσπιστο Τατόι στα μη περαιτέρω, επέφεραν την εμπλοκή της Κοινωνίας, που αγανακτισμένη, αποφασισμένη και ανυποχώρητη, πήρε πάνω της τα όσα είχε την υποχρέωση προ πολλού να έχει κάνει το Κράτος. Την κατάκτηση του Χρόνου του Κτήματος έφερε σε πέρας σε κάτι λιγώτερο από επτά χρόνια (1998-2004) ο ιστορικός Κώστας Μ. Σταματόπουλος. Το δίτομο έργο του Το Χρονικό του Τατοϊου (1800 -2003) από τις εκδόσεις Καπόν, αφ’ ενός παρέχει στο εξής την δυνατότητα στην Πολιτεία να κινηθεί επί ήδη εξερευνημένου εδάφους και αφ’ ετέρου κατέστησε γνωστή σε ευρύτερο κοινό την μοναδικότητα του Κτήματος. Ο συγγραφέας του «Χρονικού» υπό την ιδιότητα του γενικού γραμματέως της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, ενέπλεξε την δραστήρια αυτή οργάνωση στην προσπάθεια διάσωσης του Τατοϊου. Ένα πρώτο βήμα υπήρξε η δημιουργία φακέλλου με τις αποτυπώσεις όλων –πλην του ανακτόρου- των κτηρίων του κτήματος (εργασία που πραγματοποίησε ο κ. Ιάσων Καβαλλίνης), ο οποίος παραδόθηκε το 2001 στο Υπουργείο Πολιτισμού, συνοδεύοντας το αίτημα του χαρακτηρισμού του Τατοϊου. Ο χαρακτηρισμός, αφορώντας περί τα 15.000 στρέμματα μέσα στα οποία βρίσκεται το σύνολο σχεδόν των κτηρίων του Κτήματος, επιτεύχθηκε, ύστερα από δύο χρόνια καθυστέρηση, τον Σεπτέμβριο του 2003. Το δεύτερο βήμα ήταν η εκπόνηση στις γενικές της γραμμές από διεπιστημονική επιτροπή της Ελληνικής Εταιρείας, μιας προτάσεως λειτουργικού σχεδιασμού για την αναβίωση και την αξιοποίηση του Κτήματος. Η πρόταση ανακοινώθηκε από τον Κ. Μ. Σταματόπουλο, πρόεδρο της εν λόγω επιτροπής, σε συνέντευξη τύπου τον Μάρτιο του 2005. Στις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Ελληνικής Εταιρείας ήλθε το 2010 αρωγός ο σύλλογος «Οι Φίλοι του Τατοϊου», ο οποίος δια του λίαν δραστηρίου προέδρου του κ. Βασίλη Κουτσαβλή, έδωσε στην υπόθεση του Τατοϊου – που κατέληξε να γίνει πάγκοινο αίτημα υποστηριζόμενο και από τον Τύπο – μια γενναία ώθηση. Τον Νοέμβριο του 2011 κυκλοφόρησε, επίσης από τις εκδόσεις Καπόν, ένας οδηγός του Κτήματος, με τίτλο: Τατόι: περιήγηση στον χρόνο και τον χώρο. Συγγραφεύς του: ο Κώστας Μ. Σταματόπουλος.
Κι ενώ Κοινωνία έπραττε ευσυνείδητα το καθήκον της, η Πολιτεία εξακολουθούσε να μη πράττει το δικό της. Την περίοδο της εγκατάλειψης ακολούθησε εκείνη της αναποφασιστικότητας, της σύγχυσης και της προχειρότητας, κατά την οποία όμως πραγματοποιήθηκε μικρός αριθμός αναστυλώσεων αμφιλεγόμενης ποιότητας, καθώς και η καταγραφή και η μερική συντήρηση φορητών κειμηλίων, από τις υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού. Στο κατάμεστο από αντικείμενα – ανάμεσα στα οποία είναι και οι βασιλικές άμαξες – παλιό βουστάσιο, ουδείς επί 10 σχεδόν χρόνια έχει εισέλθει (!), με αποτέλεσμα τα αποθηκευμένα εκεί από το 1977 κειμήλια, να σαπίζουν και να καταστρέφονται. Το Προεδρικό Διάταγμα του 2007 κατήργησε τα ιστορικά όρια του Κτήματος, υπάγοντας το μεγαλύτερο μέρος της δασικής του έκτασης στον Φορέα Διαχείρισης του Δρυμού Πάρνηθας, ενώ παράλληλα τεμάχισε το Κτήμα σε ζώνες, σε ορισμένες από τις οποίες όρισε χρήσεις ασύμβατες με τα υπάρχοντα σ’ αυτές κτήρια! Το μοιραίο αποτέλεσμα ήταν προσπάθειες φιλότιμες, όπως εκείνη του αρχιτεκτονικού γραφείου που κέρδισε τον διαγωνισμό του ΟΡΣΑ, μερικώς να αστοχήσουν. Η οικονομική κρίση επιδείνωσε την κατάσταση. Ο δια νόμου θεσπισθείς στα τέλη Απριλίου του 2012, Φορέας Διαχείρισης Τατοϊου, αντί να απλουστεύσει, περιέπλεξε περαιτέρω τα πράγματα και δημιούργησε νέα αδιέξοδα στην υπόθεση του πολύπαθου Κτήματος. Ως επιστέγασμα και ομολογία παταγώδους αποτυχίας ήλθε η ανακοίνωση περί της υπαγωγής του Τατοϊου στα περί εκποιήσεως ή περί μακροχρονίου διαθέσως ακίνητα του Δημοσίου! Ένα είναι το σίγουρο: το μέλλον του Κτήματος παραμένει μετέωρο, συγκεχυμένο και ρευστό, ενώ συνεχίζεται επιταχυνόμενη η κατάρρευση των κτηρίων του και η καταστροφή της όλης υλικοτεχνικής του υποδομής.-